Jane Jacobs – Οι γειτονιές των πόλεων

Σημ.: Το κείμενο αυτό είναι απόσπασμα απ’ το βιβλίο της Jane Jacobs, The Life and Death of Great American Cities (Νέα Υόρκη, Random House, 1961). Στα ελληνικά μεταφράστηκε το 2020 για να συμπεριληφθεί στην ύλη του τρίτου τεύχους του περιοδικού Κοινοί Τόποι, (τχ. 3, 2021, σσ. 77-89), το οποίο ήταν αφιερωμένο στην αρχιτεκτονική πρόκληση της σύγχρονης ζωής.

————————————–

Η λέξη γειτονιά έχει φτάσει να ακούγεται σαν ρομάντζο. Ως συναισθηματική έννοια, η «γειτονιά» είναι επιβλαβής για τον πολεοδομικό σχεδιασμό. Μας οδηγεί στην προσπάθεια να παραποιούμε τη ζωή στην πόλη σαν να πρόκειται για αντιγραφή του χωριού ή της κωμόπολης. Αυτή η συναισθηματικότητα παίζει μόνο μαζί με τις αγνές προθέσεις αφήνοντας απ’ έξω την κοινή λογική.

Μια πετυχημένη γειτονιά είναι ένας τόπος που στέκεται αποτελεσματικά μπροστά στα προβλήματά του ώστε να μην τον καταπλακώσουν. Μια αποτυχημένη γειτονιά είναι ένας τόπος γεμάτος ελαττώματα και προβλήματα, όλο και πιο αβοήθητος μπροστά στη θέα τους.

Είναι εξαιρετικά δημοφιλής η εικασία ότι ορισμένοι θεμέλιοι λίθοι της καλής ζωής (σχολεία, πάρκα, καθαρές κατοικίες και τα τοιαύτα) θα δημιουργήσουν καλές γειτονιές. Πόσο εύκολη θα ήταν η ζωή αν ήταν έτσι τα πράγματα! Ο έλεγχος μιας πολύπλοκης και δύστροπης κοινωνία απλώς και μόνο παραχωρώντας της υλικά αγαθά ακούγεται χαριτωμένος. Στην πραγματική ζωή, αίτιο και αιτιατό δεν λειτουργούν τόσο απλά.

Έτσι και με μια μελέτη του Πανεπιστημίου του Πίτσμπεργκ, η οποία επιφορτίστηκε το καθήκον να αποδείξει τον δήθεν ξεκάθαρο συσχετισμό μεταξύ αναβαθμισμένων κατοικιών και βελτιωμένων κοινωνικών συνθηκών και έκανε σύγκριση των περιστατικών εγκληματικότητας σε περιθωριοποιημένες παραγκουπόλεις με τα περιστατικά εγκληματικότητας σε νέα οικιστικά μπλοκ, και κατέληξε στη ντροπιαστική ανακάλυψη ότι η εγκληματικότητα ήταν υψηλότερη στις αναβαθμισμένες κατοικίες. Αυτό σημαίνει απαραίτητα ότι η αναβαθμισμένη στέγαση αυξάνει την εγκληματικότητα;

Όχι, κάθε άλλο.

Σημαίνει ότι, παρ’ όλα αυτά, ενδεχομένως να υπάρχουν άλλα πράγματα πιο σημαντικά από τα σπίτια· κι επίσης σημαίνει ότι δεν υπάρχει άμεση, απλοϊκή σχέση μεταξύ καλής κατοικίας και καλής συμπεριφοράς, κάτι που όλη η διήγηση της ιστορίας του δυτικού κόσμου, όλη η λογοτεχνία και όλος ο πλούτος της παρατήρησης που είναι προσβάσιμος σε μας θα έπρεπε να το έχουν καταστήσει σαφές εδώ και καιρό.

Οι καλές συνθήκες στέγασης είναι ένα χρήσιμο αγαθό καθ’ εαυτό, ως συνθήκες στέγασης. Ας μην κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας προσπαθώντας να δώσουμε νομιμοποίηση στις καλές συνθήκες στέγασης μέσω της υποκρισίας ότι θα κάνουν θαύματα στην κοινωνία ή στην οικογένεια. Ο Reinhold Niebuhr αποκάλεσε τη συγκεκριμένη αυταπάτη «το δόγμα της εξιλέωσης δια των πλίνθων».

Αν θέλουμε να δούμε τις γειτονιές των πόλεων ως όργανα αυτοκυβέρνησης, τότε θα διαπιστώσουμε πως μόνο τρία είδη γειτονιάς είναι χρήσιμα: (1) η πόλη στο σύνολό της, (2) οι γειτονιές δρόμων, (και 3) τα μεγάλου μεγέθους δημοτικά διαμερίσματα στο εσωτερικό μιας πόλης, της τάξεως των 100.000 κατοίκων ή και περισσότερων για μεγαλύτερες πόλεις.

Καθένα απ’ αυτά τα είδη γειτονιάς έχει διαφορετικές λειτουργίες, αλλά έκαστο αλληλοσυμπληρώνει τα υπόλοιπα με πολύπλοκο τρόπο. Είναι αδύνατον να ισχυριστούμε ότι κάποιο απ’ αυτά είναι σημαντικότερο απ’ τα άλλα. Και τα τρία είναι απαραίτητα προκειμένου να μακροημερεύσει η επιτυχία της αυτοκυβέρνησης υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Αλλά, νομίζω πως άλλα είδη γειτονιών μπαίνουν στη μέση, πέρα απ’ τρία που αναφέραμε, και καθιστούν την επιτυχημένη αυτοκυβέρνηση δύσκολη ή αδύνατη.

Το πιο προφανές είδος απ’ τα τρία, αν και το αποκαλούμε καταχρηστικά γειτονιά, είναι η πόλη στην ολότητά της. Όταν φέρνουμε στο μυαλό μας μικρότερα μέρη της πόλης, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ή να μειώνουμε την αξία αυτής της γονικής κοινότητας. Αυτή είναι η πηγή απ’ όπου ρέει το περισσότερο δημόσιο χρήμα, ακόμα κι όταν αυτό, επί της ουσίας, προέρχεται απ’ τα ομοσπονδιακά ή τα κρατικά ταμεία. Εκεί λαμβάνονται οι περισσότερες διοικητικές και πολιτικές αποφάσεις, για καλή ή κακή μας τύχη. Εκεί, το κοινό αγαθό έρχεται σε ολέθρια σύγκρουση, φανερή ή κρυμμένη, με παράνομα ή άλλα καταστροφικά συμφέροντα.

Σ’ αυτό το επίπεδο θα βρούμε επίσης κοινότητες ή ομάδες πίεσης με ζωτικά συμφέροντα. Η γειτονιά που περιλαμβάνει όλη την πόλη είναι εκεί όπου όσοι ενδιαφέρονται συγκεκριμένα για το θέατρο ή για τη μουσική ή για άλλες τέχνες, συναντιούνται μεταξύ τους και συναθροίζονται, άσχετα απ’ το που μένει ο καθένας τους. Είναι εκεί όπου όσοι έχουν απορροφηθεί από συγκεκριμένους επαγγελματικούς ή εμπορικούς κλάδους, ή απλά νοιάζονται για ιδιαίτερα προβλήματα, ανταλλάζουν ιδέες και, μερικές φορές, αναλαμβάνουν δράση.

Ο καθηγητής P. Sargant Florence, ένας Βρετανός που ειδικεύεται στα οικονομικά των αστικών κέντρων, έχει γράψει: «Η προσωπική μου εμπειρία είναι πως, αν εξαιρέσουμε την Οξφόρδη ή το Κέιμπριτζ που κατοικούνται κατά κόρον από διανοούμενους, μια πόλη ενός εκατομμυρίου κατοίκων είναι υποχρεωμένη να μου παρέχει, τρόπον τινά, τους είκοσι ή τριάντα ομοούσιους φίλους που δικαιούμαι!». Αν και κάτι τέτοιο ακούγεται αρκετά σνομπ, παρ’ όλα αυτά ο καθηγητής Florence λέει μια σπουδαία αλήθεια. Του αρέσει κατά πάσα πιθανότητα να ξέρουν οι φίλοι του για ποιο πράγμα μιλάει.

Στην αντίπερα όχθη βρίσκουμε τους δρόμους των πόλεων, και τις λιλιπούτειες γειτονιές που αυτοί διαμορφώνουν.

Σε προηγούμενα κεφάλαια, έχω ασχοληθεί ενδελεχώς με τις λειτουργίες αυτοκυβέρνησης των δρόμων1: την ύφανση ιστών δημόσιας επιτήρησης που οδηγούν στην προστασία των αγνώστων μεταξύ τους· την ανάπτυξη δικτύων μικρής κλίμακας καθημερινής ζωής και, ως εκ τούτου, εμπιστοσύνης και κοινωνικού ελέγχου· και τη συμπαράσταση για την ένταξη των παιδιών σε μια επαρκώς υπεύθυνη και ανεκτική ζωή στην πόλη.

Οι γειτονιές δρόμων μιας πόλης έχουν όμως ακόμη μια λειτουργία αυτοκυβέρνησης, η οποία είναι και ιδιαίτερα ζωτική: πρέπει να κάνουν αποτελεσματική έκκληση για βοήθεια όταν ένας μπελάς αρχίζει να είναι πολύ μεγαλύτερος απ’ τη δυνατότητα του εκάστοτε δρόμου να τον διαχειριστεί. Μια βοήθεια που, σε τελική ανάλυση, πρέπει ενίοτε να έρθει απ’ όλη την πόλη.

Οι λειτουργίες αυτοκυβέρνησης των δρόμων είναι όλες τους απλοϊκές, αλλά απολύτως απαραίτητες. Όσα πειράματα κι αν κάνουμε, είτε σε επίπεδο σχεδιασμού είτε όχι, δεν θα βρούμε καλύτερο υποκατάστατο για τους ζωηρούς δρόμους.

Ποιο είναι το πλάτος μιας ικανοποιητικά λειτουργικής γειτονιάς δρόμου; Αν ρίξουμε μια ματιά στα επιτυχημένα δίκτυα που δημιουργούν οι γειτονιές δρόμου στην πραγματική ζωή, τότε ίσως η ερώτηση να μας φανεί πως δεν έχει κανένα νόημα, γιατί εκεί που οι γειτονιές δρόμων λειτουργούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο είναι όταν δεν έχουν αρχή και τέλος που θα τις καθιστούσαν διακριτές οικοδομικές μονάδες. Συν τοις άλλοις, δεν αντιλαμβάνονται όλοι όσους θα συναντήσουμε στο ίδιο μέρος με τον ίδιο τρόπο τις διαστάσεις μιας γειτονιάς δρόμου, επειδή μερικοί άνθρωποι διανύουν μεγαλύτερες αποστάσεις, κάποιοι μπορεί να τριγυρνούν πιο πολύ ή να παρατείνουν τη γνωριμία τους με τους δρόμους περισσότερο από άλλους.

Πράγματι, μια σημαντική πτυχή της επιτυχίας που χαρακτηρίζει αυτές τις γειτονιές δρόμων πηγάζει απ’ την αλληλοκάλυψη και τη συνύφανσή τους στις στροφές. Μ’ αυτόν τον τρόπο καταφέρνουν να έχουν οικονομική και οπτική ποικιλομορφία για τους χρήστες τους.

Σας διαβεβαιώνω ότι θα βρούμε πλείστες απομονωμένες γειτονιές δρόμων με εμφανή όρια. Συνήθως συνδυάζονται με μακροσκελή οικοδομικά μπλοκ (και, ως εκ τούτου, με αραιούς δρόμους), επειδή τα μακροσκελή οικοδομικά μπλοκ τείνουν σχεδόν πάντα προς μια φυσική αυτο-απομόνωση. Δεν πρέπει να στοχεύουμε στον διαχωρισμό των γειτονιών δρόμου· πρόκειται γενικά για χαρακτηριστική περίπτωση αποτυχίας. Ο διδάκτωρ Dan W. Dodson, απ’ το Κέντρο Μελετών των Ανθρώπινων Σχέσεων του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, κατά την περιγραφή των προβλημάτων που βλέπουμε σε μια περιοχή από μακροσκελή, μονότονα, απομονωμένα οικοδομικά μπλοκ στη Δυτική Πλευρά του Μανχάταν, σημειώνει: «κάθε [δρόμος] εμφανίζεται σαν ξεχωριστός κόσμος με τη δική του ξεχωριστή κουλτούρα. Οι περισσότεροι συνεντευξιαζόμενοι δεν είχαν αίσθηση σε ποια γειτονιά βρίσκονταν πέραν του δρόμου στον οποίον έμεναν».

Συνοψίζοντας την ανεπάρκεια αυτής της περιοχής, ο δρ Dodson σχολιάζει πως «η παρούσα κατάσταση σ’ αυτή τη γειτονιά υποδεικνύει ότι οι κάτοικοι εκεί πέρα έχουν χάσει την ικανότητά τους για συλλογική δράση, ειδάλλως θα είχαν προ πολλού ασκήσει πίεση στη δημοτική αρχή και στις κοινωνικές υπηρεσίες προκειμένου να διορθώσουν μερικά απ’ τα προβλήματα της κοινοτικής ζωής». Αυτές οι δύο παρατηρήσεις του δρ Dodson για την απομόνωση και την ανεπάρκεια των δρόμων έχουν πολύ στενή σχέση.

Εν συντομία, οι πετυχημένες γειτονιές δρόμων δεν είναι διακριτές οικοδομικές μονάδες, αλλά διέπονται από φυσική, κοινωνική και οικονομική συνέχεια μεταξύ τους – μικρής κλίμακας αναμφίβολα, αλλά μικρής κλίμακας με την έννοια που και το μήκος των ινών που δημιουργούν ένα σχοινί είναι μικρής κλίμακας.

Εκεί που οι δρόμοι των πόλεών μας έχουν πολυσύχναστη εμπορική δραστηριότητα, γενικευμένη ζωντάνια, χρηστικότητα και συμφέροντα προς υπεράσπιση, με σκοπό να καλλιεργηθεί μια συνοχή στη δημόσια ζωή του δρόμου, εμείς οι Αμερικανοί αποδεικνύουμε την ικανότητά μας στην αυτοκυβέρνηση των δρόμων. Παρατηρούμε και μνημονεύουμε αυτή την ικανότητα πολύ πιο συχνά στις φτωχογειτονιές ή σε γειτονιές που μέχρι πρότινος ζούσαν φτωχοί άνθρωποι. Αλλά, συνήθεις περιπτώσεις γειτονιών δρόμου με σωστή λειτουργία είναι εξίσου χαρακτηριστικές και σε περιοχές με υψηλά εισοδήματα οι οποίες, σε πείσμα της εφήμερης μόδας, διατηρούν με ανθεκτικό τρόπο τη δημοτικότητα τους.

Για να ακριβολογούμε, οι πόλεις μας υπολείπονται σε επάρκεια δρόμων που να ευνοούν την δημόσια ζωή. Αντ’ αυτού, έχουμε τόσες και τόσες περιοχές που βασανίστηκαν απ’ τη Θαυμαστή Μάστιγα της Πλήξης. Όμως, πάρα πολλοί δρόμοι επιτελούν τις απλοϊκές λειτουργίες τους σωστά, καθώς επίσης εμπνέουν και την αφοσίωση των κατοίκων, εκτός κι αν τελικά τους καταστρέψει είτε η σύγκρουση με τα προβλήματα της πόλης που είναι πολύ μεγαλύτερα απ’ τις δυνάμεις τους, είτε ο παρατεταμένος μαρασμός των υποδομών που μπορούν να εφοδιαστούν μονάχα απ’ την πόλη στο σύνολό της, είτε οι εσκεμμένες πολιτικές πολεοδομικού σχεδιασμού στις οποίες οι κάτοικοι μιας γειτονιάς μοιάζουν πολύ ανίσχυροι να αντιπαρατεθούν.

Κι αυτό μας φέρνει στο τρίτο είδος γειτονιάς μιας πόλης που είναι χρήσιμο από σκοπιάς αυτοκυβέρνησης: το δημοτικό διαμέρισμα. Αυτό πιστεύω πως είναι το σημείο που τυπικά υστερούμε και αποτυγχάνουμε με τον πλέον καταστρεπτικό τρόπο. Έχουμε πολλά κατ’ όνομα δημοτικά διαμερίσματα. Πολύ λίγα όμως λειτουργούν σωστά.

Η κύρια λειτουργία ενός επιτυχημένου δημοτικού διαμερίσματος είναι η διαμεσολάβηση ανάμεσα στις, αφενός, ναι μεν αναγκαίες αλλά και εγγενώς πολιτικά ανίσχυρες γειτονιές δρόμου και, αφετέρου, στο εγγενώς πολύ πιο ισχυρό σύνολο της πόλης.

Τα δημοτικά διαμερίσματα πρέπει να βοηθήσουν στη μεταφορά των πόρων μιας πόλης προς τα κάτω, στις γειτονιές δρόμου που τους χρειάζονται, και πρέπει να βοηθήσουν στη μεταμόρφωση των εμπειριών της πραγματικής ζωής των γειτονιών δρόμου σε χάραξη πολιτικής και υλοποίηση στόχων για ολόκληρη την πόλη. Θα πρέπει επίσης να βοηθήσουν στη διατήρηση μιας περιοχής που είναι πρόσφορη για πολιτισμένους σκοπούς, όχι μόνο για τους ίδιους τους κατοίκους της αλλά και για άλλους χρήστες, προερχόμενους από κάθε γωνιά της πόλης, όπως για παράδειγμα εργάτες, πελάτες, επισκέπτες.

Για την επίτευξη αυτών των λειτουργιών, ένα αποτελεσματικό δημοτικό διαμέρισμα θα πρέπει να είναι αρκετά μεγάλου μεγέθους για να μπορεί να είναι υπολογίσιμο ως δύναμη για τη ζωή της πόλης στο σύνολό της. Η «ιδεατή» γειτονιά της θεωρίας πολεοδομικού σχεδιασμού είναι ανώφελη για να επιτελέσει αυτόν τον ρόλο. Ένα δημοτικό διαμέρισμα πρέπει να είναι μεγάλο και ισχυρό, σε τέτοιο βαθμό ώστε να αντιπαλέψει τη δημοτική αρχή, τελεία και παύλα.

Για να ακριβολογούμε, η εναντίωση στη δημαρχία δεν είναι η μοναδική λειτουργία ενός δημοτικού διαμερίσματος ή έστω όχι αναγκαστικά η πιο σημαντική.

Παρ’ όλα αυτά, συνιστά μια καλή τάξη μεγέθους από λειτουργική σκοπιά, επειδή κάποιες φορές ένα δημοτικό διαμέρισμα θα χρειαστεί να το πράξει, και εξίσου επειδή ένα δημοτικό διαμέρισμα που στερείται της δύναμης και της βούλησης να αντιπαλέψει τη δημοτική αρχή –και να τη νικήσει–, τη στιγμή που οι κάτοικοί του απειλούνται σοβαρά, τότε πολύ δύσκολα να κατέχει τη δύναμη και τη βούληση προκειμένου να αναμετρηθεί με άλλα σημαντικά προβλήματα.

Κορνήλιος Καστοριάδης – Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση;

Θα ήθελα να σταθώ σε ένα ζήτημα που συζητιέται εδώ και πάνω από έναν αιώνα και γενικά παρουσιάζεται με τη μορφή διλήμματος: μεταρρύθμιση ή επανάσταση; Στο πρόταγμα μιας αυτόνομης κοινωνίας που έχω κατά νου, η μετάβαση σε αυτή την κοινωνία συνεπάγεται ριζικό μετασχηματισμό.

Read More »

Κρίστοφερ Λας – Ο συντηρητισμός εναντίον του εαυτού του

Το ερώτημα που τίθεται είναι το εάν ο πολιτιστικός συντηρητισμός είναι συμβατός με τον οικονομικό φιλελευθερισμό, την πολιτική φιλοσοφία του καπιταλισμού. Επειδή, κατ’ αρχάς, η απάντηση θα εξαρτηθεί από το τι απλώς σημαίνει πολιτιστικός συντηρητισμός, θα πρότεινα να ξεκινήσει κανείς όχι με έναν αφηρημένο ορισμό του όρου, αλλά με μία ανάλυση του τρόπου με τον οποίο οι συντηρητικές αξίες εισχωρούν στην σημερινή διαμάχη σχετικά με τις αμβλώσεις.

Read More »

Ζακ Ελλύλ – Ο άνθρωπος μέσα στο τεχνικό σύστημα

Δεν πρόκειται να προτείνω λύσεις· ούτε θα ασχοληθώ με τις δυσλειτουργίες και τις ζημίες που προκαλεί το Σύστημα, οι οποίες μπορεί να θεωρηθούν αφετηρία της ανάδρασης που θα το ολοκληρώσει. Εδώ θα αναρωτηθώ απλώς τι θα απογίνει πραγματικά ο άνθρωπος μέσα στο Τεχνικό Σύστημα και αν μπορούμε να διατηρήσουμε ζωντανή την ελπίδα, που έχει διατυπωθεί τόσο συχνά με ιδεαλιστικό τρόπο, ότι ο άνθρωπος θα «πάρει στα χέρια του», θα διευθύνει, θα οργανώσει, θα επιλέξει και θα προσανατολίσει την Τεχνική.

Read More »

Cart

Your Cart is Empty

Back To Shop